- ηχολαλία
- ηιατρ. παθολογική κατάσταση κατά την οποία ο ασθενής επαναλαμβάνει αυτόματα λέξεις ή φράσεις που προφέρονται από άλλο άτομο, αλλ. ηχοφρασία.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. echolalia < echo- (πρβλ. ήχος) + -lalia (πρβλ. -λαλια < -λαλος < λάλος). Η λ. μαρτυρείται από το 1896 στην εφημερίδα Ακρόπολις].
Dictionary of Greek. 2013.